“The players will remember that”.
Αχ, πόσο γρήγορα μεγαλώνουν τα παιδιά. Σαν χθες μάς φαίνεται το 2012, όταν ξαφνικά πέσαμε επάνω στην οκτάχρονη Clementine, κρυμμένη μέσα στο δενδρόσπιτό της στην Πρώτη Σεζόν της σειράς The Walking Dead. Που τη βοηθήσαμε να επιβιώσει τις πρώτες χαοτικές και δύσκολες ημέρες της κατάρρευσης του ανθρώπινου πολιτισμού και του αμερικανικού ονείρου. Και ήμασταν εκεί σε όλες τις σημαντικές στιγμές της ζωής της, σαν ένας ψηφιακός, εικονικός πατέρας, που συνόδευσε και καθοδήγησε την tamagochi κόρη του, από την πρώιμη και τρυφερή παιδική ηλικία έως τη δύσκολη και πολυτάραχη εφηβεία. Η τελευταία, λοιπόν, ιστορία της Clementine είναι -όπως ήταν αναμενόμενο- μία γλυκόπικρη εμπειρία, σαν να παρευρίσκεται κάποιος στην αποφοίτηση της κόρης του από το σχολείο, δίχως να έχει την παραμικρή ιδέα τι θα της ξημερώσει αύριο.
Και το συναίσθημα αυτό εντείνεται σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό αν σκεφτεί κανείς πως η τελευταία σεζόν του Walking Dead αποτελεί και το τελευταίο παιχνίδι μιας δυναμικής, εντυπωσιακής αλλά και αυτοκαταστροφικής πορείας της Telltale. Δε χρειάζεται να ξανασυζητήσουμε την πορεία της εταιρίας, ούτε να ξαναπούμε για τις μεγάλες στιγμές της αλλά και τα ολέθρια λάθη, που εδώ και καιρό έδειχναν να οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην αυλαία. Αυτά έχουν συζητηθεί σε διάφορα webcasts και, εν τέλει, δεν χωράνε στο review αυτού του τίτλου.
Αυτό που πρέπει να αναφέρουμε, όμως, είναι πως η εταιρία βάρεσε διάλυση μόλις λίγες μέρες πριν την κυκλοφορία του δεύτερου (από τα τέσσερα) επεισόδια της σεζόν, στέλνοντας κύματα στεναχώριας στους πάλαι ποτέ «οπαδούς» (που ζήτημα να είχαν δει οι περισσότεροι πενθούντες πάνω από έναν τίτλο της), δικαιότατου εκνευρισμού σε όποιον είχε προ-αγοράσει ολόκληρη τη σεζόν (κάποια στιγμή πρέπει να γίνει άρθρο για τα προβλήματα του episodic gaming) και καθολικής απελπισίας σε εκατοντάδες άτομα που δούλευαν στην εταιρία και βρέθηκαν μέσα σε μια μέρα στον δρόμο, δίχως ουδεμία αποζημίωση.
Εν μέσω μιας τέτοιας καταστροφής, η ταχύτητα και ο μαεστρικός τρόπος με τον οποίο σώθηκε και ολοκληρώθηκε το παιχνίδι, είναι ένα πραγματικό παράδειγμα προς μίμηση για κάθε επαγγελματικό κλάδο. Σωτήρας ήταν ο Robert Kirkman, o δημιουργός του κόμικ The Walking Dead, επάνω στο οποίο τόσα παιχνίδια αλλά και τηλεοπτικές σειρές έχουν πατήσει. Έχοντας σε μεγάλη εκτίμηση τη δουλειά της Telltale ως εκείνο το σημείο και έχοντας ιδρύσει μόλις πριν μερικούς μήνες μια μικρή εταιρία για publishing για να τον βοηθάει να ελέγχει καλύτερα τα IPs του, βρέθηκε σε μια ιδανική θέση για να σώσει το παιχνίδι.
Από τη στιγμή που η Telltale κατέρρευσε, έσπευσε αμέσως στα γραφεία τους και υποσχέθηκε προσωρινή εργασία σε όποιον από την ομάδα ήθελε να παραμείνει έτσι ώστε να ολοκληρωθεί το παιχνίδι. Ήρθε σε συμφωνία με τους πιστωτές της Telltale για να πάρει τα δικαιώματά του παιχνιδιού, με τον ιδιοκτήτη των γραφείων ώστε όλο το προσωπικό να παραμείνει στον ίδιο χώρο και να μη χρειάζεται μετακόμιση και, γενικά, υποστήριξε σε μεγάλο βαθμό όποιον επέλεγε να μείνει για να ολοκληρώσει το παιχνίδι. Μέσα σε μόλις δύο μήνες, η παραγωγή ξανάρχισε κανονικά και η σεζόν ολοκληρώθηκε κανονικότατα, μέσα από αυτή την ανέλπιστη αλληλουχία γεγονότων.
Όλο αυτό το τουρλουμπούκι κατά τη διάρκεια παραγωγής, θα μπορούσε να είχε καταστρέψει εντελώς έναν τίτλο, αλλά βλέποντάς τον πλέον σε αυτή την ολοκληρωμένη του μορφή, πραγματικά δε μπορούμε να σκεφτούμε ένα αποτέλεσμα που να δείχνει καλύτερα την ίδια την ιστορία της Telltale, με τις επιτυχίες, τις αποτυχίες, τις εκπλήξεις, τη στασιμότητα, την κατάρρευση αλλά και τον επιθανάτιο ρόγχο της. Είναι όλα τους εκεί, διάχυτα μέσα στην ιστορία, στο gameplay, στο στήσιμο, στους χαρακτήρες αλλά και στο κλείσιμο αυτής της τελευταίας περιπέτειας της Clementine και της Telltale.
H ιστορία του, όπως αναμενόμενο, συνεχίζεται λίγα χρόνια μετά τα γεγονότα της τρίτης σεζόν, με την Clementine να έχει πάλι την «κηδεμονία» του AJ, o οποίος μεγαλώνει σε έναν μετα-αποκαλυψιακό κόσμο, δίχως να έχει την παραμικρή ιδέα για το πώς ήταν τα πράγματα πριν το zombie apocalypse. Η τελευταία σεζόν αποφεύγει (ολόσωστα) τα πιο θεματικά σκηνικά της προηγούμενης και ρίχνει τους τόνους σε μία πολύ πιο ανθρώπινη και κλειστή ιστορία, με βασική έμφαση στην ανάπτυξη της σχέσης ανάμεσα στην Clementine και στον AJ, και στο πώς όλα αυτά που του μαθαίνετε και του δείχνετε τον αλλάζουν ως άνθρωπο και θέτουν τις βάσεις για την προσωπικότητά του.
Λεπτομέρειες παραπάνω δε θα δώσουμε, μιας και το μισό παιχνίδι κρύβεται ακριβώς πίσω από την ιστορία, αλλά μπορούμε να πούμε πως είναι με διαφορά η πιο προσγειωμένη ιστορία που έχει δώσει η Telltale, και ταυτόχρονα μπορεί να τη δει κανείς και σαν μία βιογραφία της ίδιας της εταιρίας. Έχει μια εκρηκτική και εντυπωσιακή αρχή, ένα κεντρικό τμήμα που είναι ποιοτικό αλλά (πιθανότατα, λόγω του μικρότερου budget εξαιτίας του κλεισίματος) ιδιαίτερα φλύαρη και χωρίς πολύ ουσία εξέλιξη, μέχρις ότου φτάσει, βήμα-βήμα, σε ένα τέλος γεμάτο άτακτα συναισθήματα και αμηχανία, φόβο και ελπίδα.
Αφήνοντας τα της ιστορίας στην άκρη τώρα, πριν η Τelltale οδηγηθεί στο κλείσιμο, το συγκεκριμένο παιχνίδι ήταν προορισμένο να αποτελέσει και το τέλος μιας εποχής για την εταιρεία, λειτουργώντας ως ένα αντίο για αυτή την μεγάλη, “golden age” της, αλλά και ως ένα teaser για τα μελλοντικά νέα της βήματα. Θα ήταν το τελευταίο παιχνίδι της παλιάς τους μηχανής γραφικών, που σημαίνει πως είναι τεχνικά πίσω από τον ανταγωνισμό, αλλά ταυτόχρονα είναι και το πιο εντυπωσιακό παιχνίδι της εταιρίας, με πολύ μεγάλες βελτιώσεις στο φωτισμό, στις σκιάσεις, στο στυλιζάρισμα του cell shading και στο animation, σε σημείο που στην αρχή πιστέψαμε πως είχαν ήδη αλλάξει μηχανή. Βέβαια, μόλις προχωρήσαμε παρακάτω, τα κλασικά προβληματάκια που την ακολουθούσαν 7-8 χρόνια τώρα εμφανίστηκαν (clipping, βασανιστικά αργή κίνηση “μαούνας”-χαρακτήρα κ.λπ.) αλλά ακόμα και έτσι, πολύ λίγα παιχνίδια έχουν αποδώσει έτσι ένα δάσος όπως αυτό που είδαμε εδώ.
Θα ήταν επίσης ο τίτλος που θα ήταν ο τελευταίος με το εντελώς walking sim/ interactive movie στήσιμο, πριν η εταιρία προχωρήσει σε πιο ριζικές αλλαγές στο gameplay. Και πρέπει να παραδεχθούμε πως αυτά τα μικρά δείγματα action (να πρέπει να κάνεις μερικές τυπικές επιλογές στο πώς θα επιτεθείς σε zombies, να στοχεύσεις και να πυροβολήσεις με όπλα, να θέλει ένα μικρό positioning απέναντι σε αντιπάλους), έστω και όσο απλά εμφανίζονται εδώ, αποτελούν μια ανάσα δροσιάς σε ένα gameplay που μύριζε μούχλα από την εποχή που έκοβε βόλτες στη ζούγκλα του Jurassic Park. Φυσικά, το κλασικό gameplay τρενάκι της σειράς παραμένει, δίχως κάποια ουσιαστική δυσκολία ή γρίφους και, φυσικά, δίχως οι επιλογές μας να έχουν κάποιον πραγματικά τεράστιο αντίκτυπο, μιας και ο βασικός κορμός παραμένει πάντα ο ίδιος, όπως σε κάθε παιχνίδι της Telltale τα τελευταία επτά χρόνια.
Θα ήταν το τέλος των παλιών μηχανισμών story telling και σκηνοθεσίας και συνάμα θα έδινε το έναυσμα να ξαναπάρει μπροστά η Telltale, να αφήσει πίσω της τη στασιμότητα στην οποία είχε υποπέσει και να μπει δυναμικά σε μία νέα εποχή, δοκιμάζοντας νέες συνταγές και τεχνολογίες. Άλλωστε και η συμφωνία για το Minecraft με το Netflix έδειχνε μια διαφορετική προσπάθεια storytelling για το gaming και μία που πιθανά να μπορούσε να σώσει την εταιρία. Οι κινήσεις αυτές, δυστυχώς, ήρθαν αργά και δε στάθηκαν ικανές να σώσουν την εταιρία από μια σειρά πολλών λανθασμένων κινήσεων, περίεργων πρακτικών και βεβιασμένων κυκλοφοριών.
Η τελευταία σεζόν του Walking Dead λοιπόν, είναι ένα τέλος οριστικό και όχι μια άνω τελεία όπως ονειρεύονταν οι δημιουργοί του. Αλλά είναι και ένα μεγάλο αντίο. Για την Telltale που εξαφανίστηκε μέσα στη νύχτα και τους ανθρώπους που έχασαν τις δουλειές τους, αλλά και για την Not Bitten Yet, την ομάδα που κατάφερε και κράτησε τα μπόσικα για μερικούς μήνες ακόμα έτσι ώστε να μην απογοητεύσει το κοινό της σειράς. Ένα αντίο για το είδος του interactive episodic movie game, που παρά τις προσπάθειες απομίμησης από πολλούς, δείχνει πλέον κάπως ξεπερασμένο και σε ανάγκη για ριζική ανανέωση. Ένα αντίο στις απειλητικές ατάκες “character X will remember this” και στον τελευταίο μεγάλο πρεσβευτή των QTEs.
Αλλά πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι το τελευταίο αντίο για την Clementine, μίας από τις πιο αγαπημένες, καλογραμμένες και πολυδιάστατες ηρωίδες όλων των εποχών, που είχαμε την τύχη να δουμε να μεγαλώνει παίζοντας κρυφτό, κουτσό και σκοινάκι επάνω στο πληκτρολόγιο ή το χειριστήριό μας, βρισκόμενοι στο πλάι της για επτά ολόκληρα χρόνια από τη ζωή της. Είναι ένα τέλος νωχελικό, άγριο, ανθρώπινο, φλύαρο, άτσαλο, συναισθηματικό, περίεργο, δύσπεπτο, συγκινητικό, αναμενόμενο και αναπάντεχο μαζί. Είναι, δηλαδή, ένα παιχνίδι της Telltale. To τελευταίο της.
Το review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για PC.