The Last Guardian
Το αγόρι, το τέρας, η φιλία.
Το αγόρι, το τέρας, η φιλία.
To κτήνος κείτεται στο έδαφος, αλυσοδεμένο, βαριά τραυματισμένο και ψυχορραγεί ανασαίνοντας με δυσκολία. Τα φτερά του είναι κομματιασμένα, και δύο δόρια, καρφωμένα βαθιά στο φτέρωμα και τη σάρκα του, έχουν τραυματίσει τα πλευρά και το λαιμό του. Το κτήνος δεν έχει πολλή ώρα ακόμα, σύντομα θα πεθάνει. Το αγόρι που κείτεται δίπλα του ξυπνά, μη γνωρίζοντας πού βρίσκεται. Δεν θυμάται πώς βρέθηκε εκεί και γιατί όλο το σώμα του είναι καλυμμένο με τατουάζ ιερογλυφικών και ρούνων. Γυρίζει, κοιτάζει το τέρας αποσβολωμένο και προς στιγμήν τρομάζει. Όμως, η αγνότητα στα μάτια του αγοριού προδίδει ότι δεν το εκλαμβάνει ως κίνδυνο. Όπως κάθε μικρό παιδί δεν αντέχει να βλέπει ένα κουτάβι να υποφέρει, το αγόρι κοιτάζει στα μάτια του πλάσματος που αλλάζουν χρώμα, δεν διστάζει λεπτό και παίρνει την απόφαση να βοηθήσει το δύσμοιρο κτήνος ώστε να γλιτώσει από το βασανιστήριό του. Αλλά δεν γνωρίζει ότι αυτή είναι μια απόφαση που θα αλλάξει τη ζωή του.
Αυτή είναι η αρχή του The Last Guardian. Αυτό αντικρίζει ο παίκτης, τα πρώτα λεπτά αφού επιλέξει να ξεκινήσει το νεότερο παιχνίδι της Team Ico και παρακολουθήσει ένα σύντομο εισαγωγικό video, όπου εμφανίζονται σκίτσα διαφόρων πλασμάτων -όπως αυτά που ζωγράφιζαν οι πρώτοι εξερευνητές της Αφρικής και του Νέου Κόσμου- στα οποία απεικονίζονται από απλά έντομα μέχρι μυθολογικά πλάσματα και, τέλος, το Trico, το κτήνος που πρωταγωνιστεί στο The Last Guardian. Μπορεί να φαντάζει ως όνειρο, αλλά είναι αλήθεια. Το παιχνίδι της Team Ico, που αρχικά είχε προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει στο PS3, αλλά αργότερα έπεσε σε λήθη, είναι σχεδόν έτοιμο -για το PS4 πλέον. Και εμείς, είχαμε την ευκαιρία να είμαστε το μοναδικό μέσο της Ελλάδας που έπαιξε το πρώτο κεφάλαιο αυτού που φαίνεται ότι θα είναι το κλείσιμο στην “cult” τριλογία της Team Ico (ICO-Shadow of the Colossus-The Last Guardian).

Αφού ξετυλιχθούν μπροστά στα μάτια μας όσα περιγράψαμε στην πρώτη παράγραφο, αρχίζει πια το κυρίως gameplay και η περιπέτεια που θα ζήσουν μαζί οι δύο πρωταγωνιστές. Με ελάχιστη βοήθεια μέσα από promts που εμφανίζονται στην οθόνη (UI δεν υπάρχει), το παιχνίδι ωθεί τον παίκτη στο να κατανοήσει το πώς ακριβώς πρέπει να λειτουργήσει μέσα στο χώρο, χωρίς όμως ποτέ να του δίνει στο “πιάτο” την πληροφορία. Εδώ μιλάμε για old school gaming, όπου μπορείς άνετα να κολλήσεις σε ένα σημείο για ώρα, μη γνωρίζοντας τι να κάνεις, μέχρι να ανακαλύψεις εκείνη τη μικροσκοπική τρύπα στη γωνία της σπηλιάς, που οδηγεί σε ένα νέο δωμάτιο, στο οποίο υπάρχει κάποιο αντικείμενο που θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις για να πας παρακάτω. Και αν αυτή η πρόταση δεν κατάφερε να προδώσει το gameplay του The Last Guardian, να το πούμε πιο απλά: πρόκειται για ένα adventure παιχνίδι, στα πρότυπα του ICO, στο οποίο στόχος μας είναι να βρούμε το δρόμο μας έξω από τη “φυλακή”/ κάστρο, χρησιμοποιώντας και έχοντας σχεδόν πάντα στο πλευρό μας το Trico.
Είναι ξεκάθαρο (τουλάχιστον, από το τμήμα που παίξαμε -δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν η συνέχεια επιφυλάσσει εκπλήξεις) ότι το The Last Guardian κλίνει περισσότερο προς το “puzzle solving/ platforming” ύφος του ICO, παρά στο πιο action gameplay του Shadow of the Colossus, όπου τη θέση της Yorda εδώ έχει πάρει το υπέροχο και “ζωντανό” αυτό πλάσμα. Και πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι το Trico δείχνει να είναι ένα επίτευγμα του coding τεχνητής νοημοσύνης. Το πλάσμα αυτό είναι εντελώς αυτόνομο στο χώρο, κινείται όπως και όπου επιθυμεί και πολλές φορές είναι εντελώς απρόβλεπτο, με αποτέλεσμα να πρέπει συνεχώς να βρίσκουμε τρόπους να το δελεάζουμε και να το ηρεμούμε ώστε να εκτελεί εμμέσως τις ενέργειες που θα μας βοηθήσουν να προχωρήσουμε παρακάτω. Όσο προχωρά η ώρα, το πλάσμα δείχνει να ημερεύει και να γίνεται κάτι μεταξύ κατοικίδιου και αλόγου/ συντροφιάς. Γίνεται ένα αναπόσπαστο κομμάτι του αγοριού, και έτσι, βοηθώντας ο ένας τον άλλο, θα φτάσουν στη λύτρωση.

Για παράδειγμα, το αγόρι -αφού εξερευνήσει το χώρο και τα ανακαλύψει- ταΐζει το Trico με ξύλινα βαρέλια, που λάμπουν, σαν να έχουν μέσα τους μια μαγική ουσία. Έτσι, το πλάσμα ανακτά τις δυνάμεις του και ταυτόχρονα δημιουργεί δεσμό αγάπης και εμπιστοσύνης με το αγόρι. Σε αντάλλαγμα, το Trico εξαπολύει μια κόκκινη αστραπή από την ουρά του -αφού το αγόρι υποδείξει το σημείο/ στόχο, με έναν καθρέπτη που βρίσκει λίγα λεπτά μετά την έναρξη- ανοίγοντας έτσι κλειστούς δρόμους (ή χτυπώντας εχθρούς ίσως; Αυτό δεν το είδαμε στο τμήμα που παίξαμε, αλλά δεν το αποκλείουμε). Επίσης, το αγόρι μπορεί να σκαρφαλώσει στο πλάσμα (ακριβώς όπως συνέβαινε στο Shadow of the Colossus, με την ίδια δυσκολία και τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό κίνησης και κρατήματος) και αφού ανέβει ψηλά στο κεφάλι του, αποκτά πρόσβαση σε δυσπρόσιτα σημεία.
Στο δικό μας playthrough, αφού ελευθερώσαμε το Trico, δημιουργήσαμε το πρώτο ψήγμα εμπιστοσύνης και καταφέραμε να το κρατήσουμε στη ζωή (δίνοντάς του τροφή), πέσαμε στα πρώτα puzzles του παιχνιδιού, που έχουν (επίσης) τη λογική του ICO. Το αγόρι πρέπει να αφήσει για λίγο πίσω το κτήνος, να εξερευνήσει το χώρο για χρήσιμα στοιχεία και, αφού καταφέρει ο παίκτης να βγάλει άκρη, να χρησιμοποιηθούν ώστε να πάμε παρακάτω. Κλασικό ICO gameplay (επαναλαμβάνεται συχνά αυτό το παιχνίδι, όμως άλλο σχετικό παράδειγμα δύσκολα θα βρούμε). Αφού βρήκαμε τον καθρέπτη/ ασπίδα, που έχει κάποιο μυστηριώδη δεσμό με το Trico και μέσω αυτού ενεργοποιούμε τις αστραπές του πλάσματος, αρχίσαμε την αναζήτηση της εξόδου από τη σπηλιά. Περπατήσαμε σε μονοπάτια στην άκρη γκρεμών, μπήκαμε σε μυστηριώδεις αίθουσες λουσμένες με φως, βουτήξαμε σε λίμνες και, εν τέλει, φτάσαμε στην έξοδο, όπου το αγόρι αποχαιρετά το κτήνος και ξεκινά για να επιστρέψει στο χωριό του. Μόνο που το Trico σπάει ολόκληρο το βουνό, πηδάει έξω, και τρέχει δίπλα στο αγόρι. Μόλις αποκτήσαμε μια τεράστια ευθύνη…
Σε ό,τι αφορά την αισθητική και το art direction, το παιχνίδι έρχεται ως απευθείας συνέχεια των ICO και Shadow of the Colossus, με μουντή, σχεδόν sepia/ bloom απεικόνιση, ένα απόκοσμο περιβάλλον, που είναι πρωτότυπο και δεν θυμίζει κάποιον πολιτισμό της ανθρωπότητας, και τεράστιους χώρους με μεγαλιθικές κατασκευές, ξεχασμένες εδώ και αιώνες. Το animation του Trico είναι συγκλονιστικό, νιώθεις ότι βλέπεις ένα ζωντανό πλάσμα στην οθόνη, το ίδιο όμως δεν ισχύει για το αγόρι, που κινείται κάπως άτσαλα στο χώρο, έχει έλλειψη ακρίβειας στα frames του και δυσκολεύει πολύ τον παίκτη όταν πρέπει να σκαρφαλώσει επάνω στο πλάσμα. Το χειρότερο όμως σημείο του demo δεν ήταν η δυσκολία στο χειρισμό του αγοριού, άλλωστε και στο ICO και στο Shadow of the Colossus οι πρωταγωνιστές είχαν παρόμοιο animation, αλλά η εξαιρετικά δύστροπη κάμερα.
Πιστεύουμε ότι η Team Ico πρέπει επειγόντως να διορθώσει αυτό το μεγάλο πρόβλημα (ενθαρρυντικό είναι το γεγονός πως μας ειπώθηκε από έναν εκ των producers ότι εργάζονται ακόμα στην ανάπτυξη) γιατί το παιχνίδι θα χάσει ένα μεγάλο μέρος από το playability (και την αξία του) αν η κάμερα μείνει στην τελική έκδοση όπως την είδαμε εμείς.

Το στοίχημα είναι μεγάλο και- υποθέτουμε- το βάρος που έχει πέσει στους ώμους της Team Ico δυσβάσταχτο. Είναι σχεδόν βέβαιο πως όσο καλό και να είναι, εν τέλει, το The Last Guardian θα απογοητεύσει πολλούς, διότι μετά από τόσα χρόνια αναμονής, το “cult status” που απέκτησε μόνο μέσα από 2-3 videos και τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν στο κοινό όλα αυτά τα χρόνια, έχει δημιουργηθεί μια πίεση επιπέδου πλανήτη Δία, που θα συνθλίψει οτιδήποτε εισχωρήσει στην ατμόσφαιρά του. Η ιστορία έχει δείξει ότι τα “ταλαιπωρημένα” παιχνίδια δείχνουν την “ταλαιπωρία” αυτή και ποτέ δεν φτάνουν στα επίπεδα που είχε δημιουργήσει το hype. Αλλά μέχρι να το δούμε στα χέρια μας ολοκληρωμένο, μένουμε με την ελπίδα ότι το The Last Guardian θα κλείσει την τριλογία του Fumito Ueda όπως της αρμόζει.