Little Nightmares III | Review

Ο ορισμός του ασφαλούς sequel.

Αν και η Tarsier Studios είχε καταφέρει να δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό IP με το Little Nightmares, τελικά έφτασε του χρόνου το πλήρωμα να το αφήσει πίσω για να δημιουργήσει τον πνευματικό διάδοχο με το Reanimal. Η Tarsier βέβαια μπορεί να αποκτήθηκε πλέον από την Embracer, εντούτοις, το όνομα του Little Nightmares παρέμεινε στα συρτάρια της Bandai Namco, η οποία αποφάσισε να συνεχίσει την υποστήριξή του, αναθέτοντας την ανάπτυξη του τρίτου μέρους στη Supermassive Games.

Πρόκειται για μία ομάδα ανάπτυξης που αναμφίβολα κατέχει σε μεγάλο βαθμό τη θεματική του horror, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για το sequel, καθώς ένας νέος δημιουργός θα μπορούσε να προσθέσει τις δικές του ιδέες και να αφήσει τη δική του προσωπική σφραγίδα. Δυστυχώς όμως θα λέγαμε ότι συνέβη το αντίθετο.

Τουτέστιν, το μεγαλύτερο ατόπημα του νέου κεφαλαίου έρχεται κυρίως από την ατολμία της Supermassive να δώσει κάτι εξελιγμένο ή έστω διαφορετικό. Αντιθέτως, τα μόλις τέσσερα chapters που περιέχει το Little Nightmares III ακολουθούν εντελώς ευλαβικά τη συνταγή των προηγούμενων τίτλων. Αυτό βέβαια ίσως να μην αποτελεί κάτι αποτρεπτικό για τους fans της σειράς, αν λάβουμε υπόψη επίσης πως το ύφος των Little Nightmares παραμένει μοναδικό.

Για άλλη μία φορά, το Little Nightmares μεταφέρεται εν είδει διοράματος, με μία οπτική γωνία που δημιουργεί διαρκώς την εντύπωση πως βλέπουμε από την ανοιχτή πλευρά ενός κουκλόσπιτου. Προσθέτοντας στην εξίσωση και το horror ύφος, το συνολικό οπτικό αποτέλεσμα εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο ατού της σειράς.

Τα περιβάλλοντα συνεχίζουν να κλέβουν τις εντυπώσεις, χάρη στην περίεργη γεωμετρία διαφόρων επίπλων, δωματίων και κτηρίων, τις αποκρουστικές φιγούρες που περιφέρονται απειλητικά και τη γενικότερη σκοτεινή ατμόσφαιρα που περιβάλλει κάθε περιοχή.

Με λίγα λόγια, η αισθητική και αυτού του Little Nightmares περνάει έμπρακτα την εικόνα ενός ζωντανού εφιάλτη, έτσι όπως θα μπορούσε να είναι στο μυαλό ενός μικρού παιδιού. Το σενάριο άλλωστε εκεί παραπέμπει, αποδίδοντας μία σαφή αλληγορία για τη δραματική κατάσταση όπου ζει ένα παιδί, εμφανέστατα εντός ενός ορφανοτροφείου. Στο σύνολο του παιχνιδιού θα δούμε περιβάλλοντα και καταστάσεις που δείχνουν να προέρχονται από τις αναμνήσεις του παιδιού και τον τρόπο που εκλαμβάνει διάφορες καταστάσεις και οντότητες.

Εκεί που σκοντάφτει το όλο οικοδόμημα είναι στην αδυναμία της Supermassive να προσθέσει κάτι πραγματικά νέο. Η πρώτη ερημική πόλη θυμίζει άμεσα ανάλογα σκηνικά από αυτά του Little Nightmares 2 ενώ επίσης μια μεγάλη σεκάνς σε ένα πλοίο και έπειτα σε ένα τσίρκο φέρνει άμεσα αναμνήσεις από το πρώτο Little Nightmares, σχεδόν σαν να αποτελεί remake του αντίστοιχου επιπέδου, παρότι με αρκετές ελευθερίες.

Επικεντρώνοντας τις σχεδιαστικές επιλογές σε εντελώς γνώριμα μονοπάτια, σημαίνει ότι λείπει αρκετά το στοιχείο της έκπληξης, ιδίως αν λάβουμε υπόψη ότι τα βασικά τέρατα που κυνηγάνε τους πρωταγωνιστές -έστω στα πρώτα δύο κεφάλαια- είναι μεν ανατριχιαστικά αλλά στερούνται φαντασίας στην αποτύπωσή τους.

Ευτυχώς, η περιπέτεια δείχνει να παίρνει λίγη περισσότερη φόρα στο δεύτερο μισό του τρίτου κεφαλαίου αλλά και στο τέταρτο. Και εδώ τα περιβάλλοντα θα λέγαμε ότι ακολουθούν την πεπατημένη, δίχως πολλές εκπλήξεις (αν και παραμένουν ιδιαίτερα όμορφα και αφιλόξενα) αλλά τουλάχιστον οι πρωταγωνιστικές τερατώδεις υπάρξεις είναι δημιουργημένες με περισσότερη φαντασία.

Εκεί που πραγματικά η Supermassive Games θέλησε να κάνει τη διαφορά είναι στη συμπερίληψη coop mode αν και τελικά είναι ένας μηχανισμός που δεν “ταράζει” σε μεγάλο βαθμό τη συνταγή. Είτε παίζετε μόνοι σας είτε με κάποιο άλλο άτομο οι χαρακτήρες είναι πάντα δύο. Στο σόλο παιχνίδι, εσείς επιλέγετε εξαρχής τον έναν χαρακτήρα με τον έτερο να τον χειρίζεται εξολοκλήρου η A.I. Η δουλειά που έγινε στην A.I. είναι σαφέστατα καλή, παρακολουθώντας τον χαρακτήρα να εκτελεί ικανοποιητικά τις διάφορες ενέργειες που απαιτούνται για την επίλυση των περιβαλλοντικών γρίφων ή το platforming, δίχως να απαιτεί εντολές από εμάς.

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι γρίφοι δεν ζητούν ποτέ κάτι το ιδιαίτερο, ίσως απόρροια της ανάγκης να υπάρχει αυτόνομη A.I. Αν και επιχειρήθηκε να δοθούν διακριτές ικανότητες στους δύο παίκτες τελικά αυτές αξιοποιούνται ελάχιστες φορές. Το μεν αγοράκι είναι οπλισμένο με ένα τόξο ενώ το κοριτσάκι με ένα υπέρογκο γαλλικό κλειδί, το οποίο το χρησιμοποιεί πρακτικά ως σφυρί. Η χρήση αυτών των εργαλείων είναι πέρα ως πέρα τυπική και σπανίως θα απαιτηθεί η συνδυαστική χρήση τους ή έστω κάτι πιο εξεζητημένο πέρα από το να σπάσουμε κάποια επιφάνεια με το γαλλικό κλειδί ή να κόψουμε κάποιο σκοινί με τη χρήση του τόξου.

Δείχνει σαν μία χαμένη ευκαιρία το θέμα του coop και πραγματικά ως μία τόσο υποδεέστερη κατάσταση σε σχέση με τις συνδυαστικές ενέργειες των παιχνιδιών της Hazelight Studios (Split Fiction) που πραγματικά το θέμα οποιασδήποτε σύγκρισης καταλήγει εντελώς ανούσιο.

Υπάρχουν παρά μόνο μερικά ψήγματα ευρύτερης συνεργασίας, όπως συνδυαστικές κινήσεις για να αποφύγουμε το βλέμμα κάποιου εχθρού, αλλά αυτές οι περιπτώσεις παραμένουν απλές αλλά και πολύ λίγες / σύντομες. Εντούτοις, έχοντας ασχοληθεί από την αρχή έως το τέλος σε coop (με μερική ενασχόληση σε solo) θα ήταν ψέματα αν λέγαμε ότι δεν το ευχαριστηθήκαμε στο συνεργατικό mode.

Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε πολλά coop παιχνίδια που να μας τοποθετούν σε horror περιβάλλοντα, με το Little Nightmares 3 να ανοίγει την όρεξη για τέτοιες καταστάσεις. Με τη συμμετοχή δύο παικτών, παρόλο που οι μηχανισμοί συνεργασίας είναι ελλιπείς, καταφέρνει να δημιουργηθεί το αίσθημα της αλληλοϋποστήριξης, έστω ψυχολογικής.

Όχι επειδή το παιχνίδι έχει ως σκοπό να μας κάνει πραγματικά να τρομάξουμε, αλλά διότι γίνεται αντιληπτό ότι οι κεντρικοί χαρακτήρες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι, δημιουργώντας άγχος για τη ζωή τους απέναντι από αιμοβόρα, ανθρωπόμορφα τέρατα. Η προσπάθεια επιβίωσης των δύο πρωταγωνιστών σε αυτό το εφιαλτικό περιβάλλον και η αβίαστη συναδελφικότητα και αλληλοσυμπαράσταση που προκύπτει αβίαστα δεν γίνεται παρά να έχει αντίκτυπο, έστω και μερικώς, στα άτομα που τους χειρίζονται. Μπορεί μεν να μείναμε με την όρεξη για πιο περίτεχνες καταστάσεις coop, αλλά και πάλι αποτελεί μία θετική προσθήκη στο Little Nightmares 3.

Εντούτοις, για κάποιο περίεργο λόγο, απουσιάζει η δυνατότητα για couch coop (δηλαδή η δυνατότητα να παίξετε σε μία κονσόλα), κάτι που θα φάνταζε ιδανικό. Το θετικό της υπόθεσης βέβαια είναι ότι αρκεί ένας παίκτης να αγοράσει το παιχνίδι και ο έτερος παίκτης να συνδεθεί απλά κατεβάζοντας (δωρεάν) το friend’s pass στη δική του κονσόλα. Όσον αφορά στη δική μας εμπειρία, το coop ήταν απροβλημάτιστο από τεχνικής πλευράς, με απειροελάχιστα θέματα lag.

Με διάρκεια που δύσκολα θα ξεπεράσει ένα γεμάτο βραδινό session, αλλά και ανύπαρκτες φρέσκιες ιδέες σε σχέση με τα προηγούμενα, το Little Nightmares 3 έρχεται απλά ως μία εντελώς προβλέψιμη συνέχεια των προηγούμενων.

Όσοι θέλουν μία ακόμα εμπειρία στα πρότυπα των προηγούμενων κεφαλαίων και δεν περιμένουν την οποιαδήποτε έκπληξη τότε πιστεύουμε ότι δεν θα απογοητευτούν, ιδίως αν έχουν και παρέα σε μικρόφωνα και οθόνη, αλλά ταυτόχρονα δύσκολα να μην νοιώσουν ένα έντονο déjà vu. Ευελπιστούμε τουλάχιστον ότι η Tarsier Studios θα πάρει ρίσκα και το πραγματικό sequel να το δούμε εκεί (γιατί όχι, μία αντίστοιχη ποιοτική εξέλιξη με τις περιπτώσεις Demon’s Souls και Dark Souls).

Το Little Nightmares III κυκλοφορεί από τις 10/10/25 για PS5, PS4, PC, Switch, Switch 2, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS5 με review code που λάβαμε από τη Bandai Namco Entertainment Greece.

Νικόλας Μαρκόγλου
Νικόλας Μαρκόγλου

Η αγάπη του Νικόλα για το gaming ξεκίνησε από το Atari 2600 που εμφανίστηκε ένα ωραίο πρωινό στο σαλόνι. Έκτοτε, το πάθος για τα βιντεοπαιχνίδια εκτοξεύθηκε με γεωμετρικούς ρυθμούς. Ο κινηματογράφος είναι η δεύτερη αγάπη του και παρακολουθεί συχνά ταινίες από την εποχή του ασπρόμαυρου σινεμά μέχρι τα σύγχρονα blockbusters του Hollywood.

Άρθρα: 1434

Υποβολή απάντησης