
Dragon Ball: Sparking! ZERO | Review (Switch)
Kaa-Mee-Haa-Mee-Swiiitch!!!
Δεν χρειάζεται να πει κανείς πολλά λόγια για το Dragon Ball. Το πιο διάσημο και αναγνωρίσιμο manga – anime, δημιούργημα του εκλιπόντος Akira Toriyama, κλείνει φέτος 41 χρόνια ζωής και εξακολουθεί να βρίσκεται στο προσκήνιο και να δίνει ποιοτικό υλικό στους φίλους του. Φυσικά, δεν λείπουν τα πολλά και ποιοτικά videogames. Το Dragon Ball: Sparking! ZERO αποτελεί τον τέταρτο τίτλο της σειράς Budokai Tenkaichi, ίσως της πιο γνωστής σειράς παιχνιδιών που βασίζεται στο franchise και κυκλοφορεί πλέον και στα Switch και Switch 2.
Οι εκδόσεις για τις υπόλοιπες πλατφόρμες παρουσιάστηκαν από τον φίλτατο Απόστολο Καρβούνη, ο οποίος τυγχάνει μεγάλος φίλος και γνώστης του franchise βεβαίως βεβαίως. Μπορείτε επομένως να ανατρέξετε στο κείμενό του για μια αναλυτική περιγραφή του παιχνιδιού. Εμείς στο παρόν κείμενο θα αναφερθούμε κυρίως στο port των κονσολών της Nintendo, χωρίς να λείψουν οι προσωπικές εντυπώσεις του γράφοντος για το παιχνίδι.

Ξεκινώντας, το παιχνίδι είναι ένα 3D fighting game που φιλοδοξεί να μεταφέρει στις οθόνες μας την καταιγιστική δράση της σειράς. Μάλιστα, όντας 3D, οι μάχες προσομοιάζουν σχεδόν απόλυτα όσα παρακολουθήσαμε στα διάφορα anime. Οι χαρακτήρες μπορούν φυσικά να πετάξουν και να κινηθούν οπουδήποτε στον χώρο, η ταχύτητα είναι εξαιρετικά υψηλή και το “ξύλο” είναι ανελέητο και ασταμάτητο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το παιχνίδι αποτελεί το απόλυτο όνειρο των φίλων του franchise, οι οποίοι μπορούν να μπουν στο πετσί του αγαπημένου τους χαρακτήρα και να ζήσουν όλες τις αγαπημένες τους μάχες ή φυσικά και μάχες που ονειρεύτηκαν αλλά δεν είδαν ποτέ.
Μιλώντας για χαρακτήρες, το ρόστερ είναι σίγουρα ανάμεσα στα highlights του τίτλου καθώς περιλαμβάνει το αστρονομικό νούμερο των 180 χαρακτήρων. Φυσικά, πολλοί από αυτούς αποτελούν παραλλαγές του ίδιου ήρωα – για παράδειγμα, υπάρχουν 18 διαφορετικοί Goku. Έτσι, γίνεται αντιληπτό ότι ο παίκτης μπορεί να διαλέξει όποιον ήρωα θέλει από όλα τα διαφορετικά anime ή ακόμα και από τις ταινίες της σειράς.

Όσον αφορά το σύστημα μάχης, μπορεί με την πρώτη ματιά να φαντάζει εύκολο και ότι φλερτάρει με button mashing προσεγγίσεις, αλλά ευτυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι. Παρόλο που η ταχύτητα είναι όπως είπαμε υψηλότατη, ο παίκτης πρέπει μάλλον να ακολουθήσει μια πιο τακτική προσέγγιση αν θέλει να παίξει όπως πρέπει. Το παιχνίδι βασίζεται πολύ στα σωστά αντανακλαστικά, στην όσο το δυνατό πιο ακριβή εικασία της επόμενης κίνησης του αντιπάλου και στα counters αυτής. Η φόρτιση του Ki μας και το σωστό timing των special επιθέσεών μας αποδεικνύεται κομβική, ενώ το positioning – τόσο στη πίστα όσο και σε σχέση με τον αντίπαλο – θα μας επιτρέψει να πάρουμε το πάνω χέρι και να διαπεράσουμε την άμυνά του.
Έτσι, κάθε μάχη μετατρέπεται σε μια φρενήρη παρτίδα σκάκι, όπου καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε με σωστή στρατηγική αλλά και εννοείται αστραπιαία αντανακλαστικά την προσέγγιση του αντιπάλου μας. Ο χειρισμός δεν θα αποτελέσει εμπόδιο, καθώς είναι απλός και μαθαίνεται εύκολα. Οι διάφοροι χαρακτήρες έχουν τις δικές τους κινήσεις αλλά όλες πραγματοποιούνται με τον ίδιο τρόπο. Παρόλα αυτά, δεν αποτελούν κλώνους και έχουν διαφορές μεταξύ τους.

Γρήγορα ο παίκτης θα αντιληφθεί ότι το σύστημα μάχης είναι κλασικό παράδειγμα του μότο “easy to learn, hard to master”. Πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο ταιριάζει γάντι σε ένα franchise σαν το Dragon Ball, προκειμένου να ικανοποιηθούν τόσο οι φίλοι του franchise που θέλουν απλά να παίξουν τον ρόλο των αγαπημένων τους ηρώων, όσο και οι βετεράνοι του είδους που θέλουν το gameplay να έχει βάθος.
Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι το tutorial που θα κληθούμε να ολοκληρώσουμε μόλις φορτώσουμε για πρώτη φορά το παιχνίδι (η προπόνηση του Goku με τον Vegeta) είναι πολύ περιορισμένο και θα πρέπει όλοι να ανατρέξουν στο αληθινό tutorial που βρίσκεται στο μενού της αρχικής οθόνης (η προπόνηση του Gohan με τον Piccolo), προκειμένου να μπουν στο νόημα και να αρχίσουν να μαθαίνουν τα μυστικά του συστήματος μάχης.

Όλα τα παραπάνω εννοείται ότι συνοδεύονται από το γνωστό οπτικοακουστικό υπερθέαμα που έχουμε συνηθίσει από το anime. Η μουσική είναι παρούσα, οι χαρακτήρες μας έχουν φυσικά ο καθένας τις δικές του χαρακτηριστικές κινήσεις και γενικά οι γρήγορες γροθιές, το πέταγμα, η αύρα γύρω από τον χαρακτήρα όταν φορτίζει το Ki, οι λαβές και τα πετάγματα και η καταστροφή του περιβάλλοντος είναι όλα βγαλμένα κατευθείαν από τα anime. Είπαμε, ο παίκτης θα νοιώσει ότι βρίσκεται απολύτως μέσα στο anime και η αίσθηση αυτή σε συνδυασμό με το υπερπλήρες ρόστερ είναι τα μεγαλύτερα ατού του τίτλου.
Τα γραφικά είναι πολύχρωμα, θυμίζουν απόλυτα όσα έχουμε παρακολουθήσει στις οθόνες μας και οι χαρακτήρες είναι πολύ όμορφα σχεδιασμένοι. Φυσικά το animation είναι υποδειγματικό, ενώ τα voice overs τα έχουν αναλάβει οι ίδιοι ηθοποιοί με αυτούς των anime και αυτό συνεισφέρει πάρα πολύ στη δημιουργία της χαρακτηριστικής ατμόσφαιρας που θυμόμαστε τόσο καλά.

Ας μιλήσουμε τώρα για τη μεταφορά του παιχνιδιού στις κονσόλες της Nintendo. Εμείς δοκιμάσαμε την έκδοση του Switch 2 και θα λέγαμε πως σε γενικές γραμμές πρόκειται για ένα εξαιρετικό port που θα ικανοποιήσει τους φίλους τόσο του παιχνιδιού όσο και του είδους. Το μόνο στο οποίο υπολείπεται των υπόλοιπων εκδόσεων είναι το framerate, καθώς εδώ το παιχνίδι τρέχει στα 30 fps σε σύγκριση με τα 60 που τρέχει αλλού.
Είναι σίγουρα μια σημαντική διαφορά, αν και μέσα στο χαμό της μάχης δεν νομίζουμε ότι θα γίνει έντονα αντιληπτή. Τουλάχιστον τα 30 fps είναι κατά κύριο λόγο σταθερά, με απειροελάχιστες στιγμές να πέφτουν. Μάλιστα, κατά περίεργο λόγο πέφτουν πιο πολύ στα μενού και πολύ λιγότερο εκεί που μετράει, στις ίδιες τις μάχες.

Τα γραφικά παραμένουν εξαιρετικά, τόσο docked όσο και φορητά, ενώ το καρτουνίστικο εικαστικό αυτό καθαυτό ταιριάζει θα λέγαμε γάντι στο Switch και στην προσέγγιση της Nintendo στα δικά της παιχνίδια. H φορητότητα προσθέτει πάντα πόντους εφόσον αυτή είναι θελκτική για τον παίκτη, ενώ η έκδοση του Switch είναι η μόνη έκδοση του παιχνιδιού που περιλαμβάνει motion controls.
Tα motion controls δουλεύουν πολύ καλά, αν και φανταζόμαστε ότι δεν θα αποτελέσουν τον χειρισμό εκλογής της πλειοψηφίας των παικτών. Παρόλα αυτά, για Dragon Βall μιλάμε και αποτελεί σίγουρα μια αξιοπρόσεκτη και άκρως διασκεδαστική εμπειρία και επιλογή να μπορεί ο παίκτης να εξαπολύει Kamehamehas κάνοντας την ίδια κίνηση με τον Son Goku.

Ανακεφαλαιώνοντας, το Sparking! ZERO αποτελεί τον απόλυτο φόρο τιμής στο διάσημο franchise και δίνει τη δυνατότητα στους φανς να ξαναζήσουν την ιστορία και να ελέγξουν τους αγαπημένους τους χαρακτήρες. Η έκδοση του Switch είναι ένα σχεδόν άψογο port που προσφέρει όλο το υλικό των υπόλοιπων εκδόσεων και προσθέτει στο μείγμα τη φορητότητα της κονσόλας και τα motion controls, με αντάλλαγμα την πτώση των καρέ στα (σταθερά) 30 fps.
Αποτελεί έναν τίτλο – διαμάντι του είδους που προσφέρει ένα εύκολο στην εκμάθηση αλλά με βάθος σύστημα μάχης, εντυπωσιακές και εφετζίδικες συγκρούσεις και πλήθος υλικού που θα κρατήσει απασχολημένο τον παίκτη για πολύ καιρό. Οι φίλοι του Dragon Ball, του Son Goku και της υπόλοιπης παρέας αλλά και οι βετεράνοι φανς των 3D fighting παιχνιδιών ας το δοκιμάσουν και δεν θα χάσουν.
To Dragon Ball: Sparking! ZERO κυκλοφορεί για τα Nintendo Switch και Switch 2 από τις 14/11/25 (οι εκδόσεις PS5, PC και Xbox Series είναι διαθέσιμες από τον Οκτώβριο του 2024). To review μας βασίστηκε σε review code που λάβαμε από τη Bandai Namco Entertainment Greece.