
Two Worlds
Μία εναλλακτική πρόταση στον αστερισμό του Oblivion από τις South Peak και Reality Pump
Μία εναλλακτική πρόταση στον αστερισμό του Oblivion από τις South Peak και Reality Pump
Μία εναλλακτική πρόταση στον αστερισμό του Oblivion από τις South Peak και Reality Pump
Το τέταρτο μέρος της σειράς των Elder Scrolls, το Oblivion, άφησε –για πολλούς και διάφορους λόγους- ανεξίτηλα το σημάδι του στην ιστορία των videogames και ως εκ τούτου δεν είναι λίγες οι φορές που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς ή εμπνέει διάφορα studios κατά τη δημιουργία ενός αντίστοιχου τίτλου. Το Two Worlds λοιπόν, ένας τίτλος που τοποθετείται στην ίδια κατηγορία (βάσει genre) με το παιχνίδι της Bethesda, μας συστήθηκε ως ένα “wanna-be Oblivion killer» προϊδεάζοντας μας για κάτι πραγματικά καλό. Αυτός ο χαρακτηρισμός βέβαια, βαρύγδουπος καθώς είναι, μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στους δημιουργούς του, σε περίπτωση που το παιχνίδι τελικά δε δικαιώσει τις προσδοκίες αλλά όπως και να ‘χει, ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή για να δούμε αν το Two Worlds καταφέρνει εν τέλει να εκθρονίσει τον αδιαφιλονίκητο βασιλιά του είδους.
Ξεκινώντας από το σενάριο, βρισκόμαστε στον κόσμο του Antaloor, όπου πριν από περίπου τριακόσια χρόνια, έλαβε χώρα ο μεγάλος πόλεμος των θεών τον οποίο και προξένησε ο Aziraal, θεός του πολέμου και της καταστροφής. Το ραδιούργο και γεμάτο ίντριγκες σχέδιό του, περιελάμβανε τη δημιουργία μιας συμμαχίας όλων των orc tribes και άλλων πλασμάτων, με σκοπό την έναρξη ενός πολέμου ενάντια στις άλλες φυλές. Χρειάστηκε η παρέμβαση των άλλων θεών και ο σχηματισμός μίας άλλης συμμαχίας ανάμεσα σε ανθρώπους, ξωτικά και νάνους προκειμένου να εκδιωχτούν τα orc και ο Aziraal να φυλακιστεί αιώνια.
Αφήνουμε το παρελθόν και ερχόμαστε στο παρόν, όπου η Kyra, αδελφή του κεντρικού ήρωα του παιχνιδιού απαγάγεται μυστηριωδώς υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Το παλικάρι μας, λοιπόν, αναγκάζεται να πάρει τα βουνά και τα λαγκάδια προκειμένου να βρει και να σώσει την αγαπημένη του αδελφή, ενώ το παιχνίδι ξεκινά λίγο αφότου ο ήρωάς μας έχει λάβει ένα γράμμα που του υποδεικνύει να ψάξει στα βόρεια. Τι σχέση μπορεί να έχει η εξαφάνιση της Kyra με τη Dark Brotherhood και πως μπορεί αυτό το γεγονός να αποβεί τροχοπέδη στα σχέδια της αδελφότητας για την απελευθέρωση του Aziraal; Αυτά κι άλλα πολλά, θα απαντηθούν επί της οθόνης σας, παίζοντας φυσικά το Two Worlds…
Το σενάριο του παιχνιδιού χωρίς να διεκδικεί όσκαρ είναι ικανοποιητικό ενώ, χάρη στην ενδιαφέρουσα πλοκή, θα καταφέρει να σας κρατήσει προσηλωμένους, στο μέτρο του δυνατού βεβαίως. Το κακό όμως, είναι ότι θα σας αναγκάσει να παίξετε σώνει και καλά με human και μάλιστα γένους αρσενικού, στοιχείο που σίγουρα προσμετράται στα αρνητικά του τίτλου –για RPG μιλάμε! Οι μόνες παραμετροποιήσεις που σας επιτρέπεται να κάνετε πριν αρχίσετε το παιχνίδι, έχουν να κάνουν απλά με την εξωτερική εμφάνιση του χαρακτήρα σας. Περνώντας στο character customization / development του Two Worlds, θα παρατηρήσετε αρκετές διαφορές σε σχέση με τα υπόλοιπα παιχνίδια του είδους. Κατ’ αρχήν δεν υπάρχουν classes, μην περιμένετε να επιλέξετε εξ’ αρχής έναν fighter, έναν rogue ή έναν mage. Αυτά που ουσιαστικά θα ορίσουν την κλάση ή αν προτιμάτε την κατεύθυνση που θα πάρει ο χαρακτήρας σας είναι τα abilities και τα skills.
Τα μεν πρώτα είναι τέσσερα και πρόκειται για τα Strength, Dexterity, Vitality και Willpower. Το πρώτο έχει να κάνει με τη δύναμη του χαρακτήρα σας, το δεύτερο με την ευστοχία και τα rogue-like skills του, το τρίτο με τα hit points του και το τελευταίο με το mana και τα spells. Όπως καταλαβαίνετε, όπου προσθέτετε points τόσο περισσότερο θα βελτιώνεται ο χαρακτήρας σας στους τομείς που εξαρτώνται από το εκάστοτε ability (για παράδειγμα, αυξάνοντας το Strength, θα προκαλείτε περισσότερο damage). Από εκεί και πέρα έχουμε τα skills που χωρίζονται κι αυτά σε τέσσερεις κατηγορίες: τα γενικού ενδιαφέροντος που μπορεί να περιλαμβάνουν skills όπως swimming, riding και lockpicking, τα melee-combat που σχετίζονται με τη μάχη σώμα με σώμα, τα ranged-combat που αφορούν τη μάχη εξ’ αποστάσεως και τα magic που έχουν να κάνουν με τη μαγεία.
Το κάθε skill χαρακτηρίζεται από levels και ανεβάζοντας ένα εξ’ αυτών στο επόμενο επίπεδο, αποκτάτε επιπλέον πλεονεκτήματα, όπως αυξημένα ποσοστά επιτυχίας, καλύτερα αποτελέσματα κλπ. Ορισμένα skills μάλιστα, δε μπορείτε να τα επιλέξετε από την αρχή. Για να τα «ξεκλειδώσετε», θα πρέπει να επισκεφτείτε τους κατάλληλους trainers οι οποίοι και θα σας μυήσουν στα μυστικά του skill που θέλετε να μάθετε.
Αν τώρα κάποια στιγμή αποφασίσετε ότι άδικα βασιστήκατε σε κάποιο skill, δεν υπάρχει λόγος να κλαίτε τα skill points σας αφού μπορείτε κάλλιστα να πάτε μια βόλτα μέχρι κάποιον Soul Patcher που με το αζημίωτο θα σας επιστρέψει τα points που θέλετε προκειμένου να τα ανακατανείμετε. Πώς όμως κερδίζετε ability και skill points; Μα φυσικά μέσω του level up το οποίο επιτυγχάνεται συλλέγοντας συγκεκριμένο αριθμό experience points, τα οποία θα αποκομίσετε είτε σκοτώνοντας εχθρούς, είτε επιλύνοντας quests. Σε κάθε level up θα έχετε στη διάθεσή σας 5 ability και 1 skill point προκειμένου να τα τοποθετήσετε όπου θέλετε εσείς, ορίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο εσείς οι ίδιοι την κλάση του ήρωά σας.
{PAGE_BREAK}
Όσον αφορά τον κόσμο του Antaloor, είναι πραγματικά τεράστιος και για το λόγο αυτό θα σας προτείναμε να αναζητήσετε εξ’ αρχής κάποιον εναλλακτικό τρόπο μετακίνησης του χαρακτήρα σας γιατί αν επενδύσετε στο περπάτημα, θα μετανιώσετε πικρά την ώρα και τη στιγμή που θα το κάνετε! Μιας και αναφερθήκαμε σε αυτό το ζήτημα, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε είτε ένα σύστημα τηλεμεταφορέων, είτε το «κλασσικό» άλογο, από το οποίο μάλιστα θα έχετε και τη δυνατότητα να πολεμήσετε –υπάρχει και σχετικό skill για το σκοπό αυτό. Κατά τη διάρκεια των περιπετειών σας, θα βρείτε διάσπαρτα στους χάρτες διάφορα shrines, παρόμοια με αυτά που υπήρχαν στο Diablo 2 και με χρησιμότητα που να ποικίλει, από αναγέννηση των hit points και του mana σας, μέχρι rebirth.
Τα χωριά και οι πόλεις που θα συναντήσετε στο δρόμο σας είναι πάρα πολλά, όπως άλλωστε και οι NPCs και κατ’ επέκταση και το πλήθος των quests. Οι δημιουργοί του Two Worlds δίνουν ως έναν μέσο χρόνο για την ολοκλήρωση των quests της main campaign τις 20 με 25 ώρες, ωστόσο, αν αποφασίσετε να ασχοληθείτε σοβαρά με το παιχνίδι, να λύσετε τα προβλήματα του καθενός και να γυρίσετε τον Antaloor σπιθαμή προς σπιθαμή, τριπλασιάστε –τουλάχιστον- τα προαναφερθέντα νούμερα!
Ένας τομέας στον οποίο τα τελευταία χρόνια οι developers δείχνουν να επενδύουν περισσότερο, ανεξαρτήτως του είδους του παιχνιδιού πάνω στο οποίο δουλεύουν, είναι η A.I. Στο Two Worlds έχει γίνει δουλειά στο θέμα αυτό, ωστόσο η γεύση που αφήνει είναι μάλλον γλυκόπικρη και εξηγούμαστε ευθύς αμέσως: Αν αποφασίσετε, απλά, να παρατηρήσετε τη ζωή μιας κοινότητας ανθρώπων, θα δείτε ότι όλα κυλούν ρολόι. Ο καθένας έχει τη δουλειά του, τις συνήθειές του και τον καθημερινό του κύκλο ασχολιών. Ωστόσο, αν αποφασίσετε να αλληλεπιδράσετε εκ του σύνεγγυς με κάποιον εξ’ αυτών η αρχική ικανοποίηση θα δώσει τη θέση της στον προβληματισμό. Η Α.Ι. με την έννοια της ευστροφίας των NPCs και των εχθρών παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα σε όλους τους τομείς.
Ξεκινώντας με τους αντιπάλους σας για παράδειγμα, παρότι σας επιτίθενται σε ομάδες δεν έχουν κανένα σχέδιο με αποτέλεσμα η εξόντωσή τους να είναι παιχνιδάκι. Μια απ’ τα ίδια και σε άλλες καταστάσεις με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη δυνατότητα που έχετε να τραβήξετε τους εχθρούς σας κοντά σε κάποιον NPC ο οποίος –εφ’ όσον μπορεί φυσικά- θα τους «κατεβάσει» για χάρη σας. Οι διάλογοι δεν έχουν να επιδείξουν κάτι αξιοπρόσεκτο ενώ ο role playing χαρακτήρας του παιχνιδιού γενικότερα δεν πείθει. Αν εξαιρέσουμε κάποια σημεία στα οποία η αποφασή σας παίζει ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του story, το παιχνίδι βασίζεται κυρίως στο hack & slash στοιχείο παρά στο role playing και στους διαλόγους.
Παίζοντας το Two Worlds, θα έρθετε αντιμέτωποι με πάσης φύσεως αντιπάλους: από πτηνά, αρκούδες και λύκους μέχρι σκελετούς, δαίμονες και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο νους σας. Η ποικιλία των εχθρών είναι άκρως ικανοποιητική ενώ, όπως προαναφέραμε, στις περισσότερες περιπτώσεις θα εφορμούν ανά ομάδες. Ένα πρωτότυπο στοιχείο είναι η επανεμφάνιση ορισμένων εχθρών στα σημεία που τους είχατε εξολοθρεύσει, με τη μορφή όμως…φαντασμάτων! Αυτό θα συμβαίνει όταν εσείς πεθαίνετε (αν μπορεί να το πει κανείς έτσι, από τη στιγμή που δεν «δίνετε» κάτι άλλο, είναι το μοναδικό κόστος για το rebirth του χαρακτήρα σας) και θα πρέπει να δώσετε βάση στο ζήτημα αυτό αφού οι εχθροί με το ghost template είναι πιο δυνατοί και προκαλούν περισσότερο damage από τους non-ghost.
Καινοτομία έχουμε και στο inventory το οποίο διαθέτει επαρκή χώρο για την αποθήκευση των αντικειμένων του χαρακτήρα σας. Είτε σκοτώνοντας εχθρούς, είτε επισκεπτόμενοι νέες τοποθεσίες, θα έχετε τη δυνατότητα να αποκτήσετε επιπλέον αντικείμενα. Όσον αφορά τον εξαρτισμό και τον οπλισμό του ήρωα, δεν είναι ανάγκη να μαζεύετε κάθε ξίφος, ασπίδα, κράνος ή πανοπλία στο inventory σας, γεμίζοντάς το με άχρηστα στην πλειοψηφία τους αντικείμενα. Αντ’ αυτού μπορείτε, με ένα απλό drag & drop, να συνδυάσετε δύο όμοια πράγματα προκειμένου να πάρετε ένα καλύτερο και δυνατότερο! Πρωτότυπο στοιχείο αν μη τι άλλο, που σας επιτρέπει έτσι την απόκτηση νέων ισχυρών αντικειμένων, ουσιαστικά εκ του πουθενά και μειώνοντας, όμως, παράλληλα τη θέση και τη σημασία των εμπόρων στο παιχνίδι.
Κάναμε πριν λίγο λόγο για rebirth και ευκαιρίας δοθείσας ας μιλήσουμε για το επίπεδο δυσκολίας του Two Worlds. Πριν ξεκινήσετε την περιπέτειά σας στη γη του Antaloor, καλείστε να ορίσετε το difficulty level. Στο normal επίπεδο λοιπόν, σε περίπτωση που πεθάνετε, θα ξαναγεννηθείτε με πλήρη hit points στο κοντινότερο rebirth shrine χωρίς καμία κύρωση! Ούτε χαμένα xp, ούτε εξοπλισμός προς ανεύρεση, ούτε καν κάποιο προσωρινό penalty. Όπως καταλαβαίνετε, ένα τέτοιο στοιχείο σας κάνει πρακτικά άτρωτους, αφού σε περίπτωση που συναντήσετε κάποιον δύσκολο εχθρό –πάντα στο normal επίπεδο δυσκολίας- αρκεί να τον φέρετε κοντά σε κάποιο rebirth shrine. Εκεί, θα του ρίχνετε 3-4 βαθμούς, θα σας κατεβάζει, θα ξαναγεννιέστε, θα του ξαναρίχνετε 3-4, θα σας ξανακατεβάζει, θα ξαναγεννιέστε και πάλι από την αρχή μέχρι να τον εξολοθρεύσετε!
Για να περάσουμε στα πιο πρακτικά ζητήματα, πάντως, όσον αφορά το παιχνίδι, τόσο ο ήχος όσο και τα γραφικά του δεν είναι καθόλου άσχημα. Επική μουσική που εναλλάσσεται ανάλογα με τις καταστάσεις, προσεγμένες ομιλίες, για τις οποίες επιστρατεύτηκαν πάνω από 200 άτομα, όμορφα τοπία, ωραία περιβάλλοντα και καλοσχεδιασμένοι χαρακτήρες συνθέτουν ένα καλαίσθητο σκηνικό το οποίο όμως έχει να αντιμετωπίσει το ημιτελές animation (αλληλεπίδραση χαρακτήρα/νερού, σταματήματα αλόγων κλπ) και το μέτριο optimization που καθιστά έτσι το Two Worlds ένα ιδιαίτερα απαιτητικό παιχνίδι.
Εν τέλει, τι μας μένει από το Two Worlds; Πρόκειται για ένα αρκετά ενδιαφέρον παιχνίδι που δε θα πρέπει να περάσει απαρατήρητο από τους φίλους των Action-RPGs. Σίγουρα δεν είναι σε καμία περίπτωση Oblivion killer, ωστόσο, αποτελεί μια δελεαστική πρόταση για όσους ενδεχομένως έχουν ξεζουμίσει τον τίτλο της Bethesda και ψάχνουν το επόμενο πάθος τους. Αν μάλιστα είχε δοθεί περισσότερη έμφαση στις λεπτομέρειες (για παράδειγμα στον τύπο και το μέγεθος της γραμματοσειράς στους διαλόγους και το quest log), το αποτέλεσμα σίγουρα θα ήταν καλύτερο και σε κάθε περίπτωση ελκυστικότερο. Εν κατακλείδι -και καθώς το Two Worlds απαιτεί ενεργοποίηση μέσω internet- φροντίστε το PC στο οποίο θα εγκαταστήσετε το παιχνίδι να μπορεί να συνδεθεί στο διαδίκτυο, έστω και με ταχύτητα 56k. Κάτι τελευταίο: αν αποφασίσετε να αγοράσετε τελικά το πόνημα της Reality Pump, δώστε κάτι παραπάνω και αγοράστε την Collector’s Edition, τα αξίζει!
Πέτρος Κηπουρόπουλος
Ελάχιστες απαιτήσεις υπολογιστή
Επεξεργαστής 2 GHz
Μνήμη 512 MB
Κάρτα γραφικών 128ΜΒ με Shader 2.0 ή ανώτερο
Σκληρός δίσκος 6 GB
Λειτουργικό Windows XP ή Vista
PEGI 12+